Ο Τραμπ γνωρίζει το χαμηλότερο επίπεδο υποστήριξης από την επιχειρηματική κοινότητα
Οι επιχειρηματικοί ηγέτες των ΗΠΑ φαίνεται να αγκαλιάζουν τον υποψήφιο για την προεδρία των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα. Η εκστρατεία του θα ήθελε να πιστέψετε ότι τα ανώτατα διευθυντικά στελέχη της χώρας έρχονται για να στηρίξουν τον Τραμπ, προβάλλοντας δημόσιες δηλώσεις υποστήριξης από ορισμένους εξέχοντες χρηματοδότες όπως ο Στιβ Σβάρτζμαν και ο Ντέιβιντ Σακς.
Αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια. Δεν έτρεχαν κοντά του πριν και σίγουρα δεν τρέχουν κοντά του τώρα. Ο Τραμπ συνεχίζει να γνωρίζει το χαμηλότερο επίπεδο υποστήριξης από την επιχειρηματική κοινότητα των ΗΠΑ στην ιστορία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Το ξέρω γιατί συνεργάζομαι με περίπου 1.000 διευθυντικά στελέχη τον χρόνο στο πλαίσιο της διαχείρισης της σχολής που ξεκίνησα πριν από 35 χρόνια και μιλάω με ηγέτες επιχειρήσεων σχεδόν κάθε μέρα. Οι έρευνές μας δείχνουν ότι περίπου το 60% με 70% από αυτούς είναι εγγεγραμμένοι Ρεπουμπλικάνοι.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι κορυφαίοι εταιρικοί ηγέτες, όπως και πολλοί Αμερικανοί, δεν αισθάνονται απολύτως άνετα ούτε με τον Τραμπ, ούτε με τον πρόεδρο Μπάιντεν. Αλλά σε μεγάλο βαθμό τους αρέσει ο ένας – ή τουλάχιστον μπορούν να τον ανεχθούν. Και πραγματικά φοβούνται τον άλλον.
Αν θέλετε τα πιο ενδεικτικά στοιχεία σχετικά με την έλλειψη ενθουσιασμού της εταιρικής Αμερικής για τον Τραμπ, δείτε που επενδύουν τα χρήματά τους. Ούτε ένας διευθύνων σύμβουλος της λίστας Fortune 100 δεν έχει κάνει δωρεά στον υποψήφιο μέχρι στιγμής φέτος, γεγονός που υποδηλώνει μια σημαντική αλλαγή σε σύγκριση με την συντριπτική επιχειρηματική υποστήριξη προς τους Ρεπουμπλικάνους προεδρικούς υποψηφίους για πάνω από έναν αιώνα, από τις ημέρες του προέδρου Ταφτ μέχρι τους Κούλιτζ και Μπους. Όλοι τους είχαν για δωρητές στις εκστρατείες τους δεκάδες επικεφαλής μεγάλων επιχειρήσεων των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ κέρδισε τον Λευκό Οίκο εν μέρει αξιοποιώντας τα αντιεπιχειρηματικά, λαϊκιστικά μηνύματα του Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος ήταν τότε υποψήφιος, μια κίνηση που είχε συζητήσει μαζί μου όταν τον συνάντησα το 2015. Η στρατηγική αυτή μπορεί να του κέρδισε ψηφοφόρους, αλλά έκανε ελάχιστα για να ενισχύσει την εικόνα του στην επιχειρηματική κοινότητα. Και ενώ αρκετοί διευθύνοντες σύμβουλοι προσπάθησαν να συνεργαστούν με τον Τραμπ, όπως θα έκαναν με οποιονδήποτε πρόεδρο και πολλοί χαιρέτησαν την απόφαση του να μειώσει τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή, η επιφυλακτικότητα διατηρήθηκε.
Αρκετοί διευθύνοντες σύμβουλοι εξέφρασαν δυσαρέσκεια για τις προσωπικές επιθέσεις του Τραμπ στις επιχειρήσεις στο πλαίσιο μιας τακτικής διαίρει και βασίλευε καθώς και για τις διχαστικές παρεμβάσεις του. Δεκάδες από αυτούς έσπευσαν να αποστασιοποιηθούν από τις πιο προκλητικές ενέργειες του Τραμπ, προχωρώντας σε μαζικές παραιτήσεις από τα επιχειρηματικά συμβούλια που είχε συστήσει το 2017, αφότου εξίσωσε ακτιβιστές κατά του ρατσισμού με τους οπαδούς της λευκής υπεροχής. Δεκάδες από αυτούς ζήτησαν ανοιχτά την παραπομπή του Τραμπ το 2021, μετά την εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου.
Η σχέση των μεγάλων επιχειρήσεων και η πιθανότητα μελλοντικής υποστήριξης στον Μπάιντεν είναι επίσης περίπλοκη. Ο πρόεδρος έχει υιοθετήσει λαϊκίστικες στάσεις απέναντι στις επιχειρήσεις, αν και έχει αγανακτήσει από την πίεση των προοδευτικών για να είναι ακόμη πιο επιθετικός απέναντι τους. Ωστόσο, τα διευθυντικά στελέχη συνήθως αντιδρούν σε αυτό που θεωρούν πως αποτελεί μία ιδιαίτερα περιοριστική αντιμονοπωλιακή νομοθεσία και στις άστοχες επιθέσεις στην εταιρική απληστία.
Αλλά υπάρχουν και θετικά στοιχεία στην πλευρά του Μπάιντεν: επενδύσεις σε υποδομές για την ανοικοδόμηση αυτοκινητοδρόμων και γεφυρών που θα συμβάλουν στη μείωση των διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας. Κρατική υποστήριξη για την εγχώρια κατασκευή ημιαγωγών και την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων. Ρεκόρ εταιρικών κερδών και ενθουσιώδεις χρηματοπιστωτικές αγορές που αφήνουν πίσω τους φόβους μιας ευρέως αναμενόμενης ύφεσης. Την επιτυχημένη μετατροπή των ΗΠΑ στον μεγαλύτερο παραγωγό πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο.
Και κάποιες εύλογες αμφιβολίες για τον Μπάιντεν αντισταθμίζονται από τις ανησυχίες για τον Τραμπ, στη νέα έκδοση του 2024. Οι βασικοί διαμεσολαβητές του Τραμπ με την επιχειρηματική κοινότητα στην πρώτη του θητεία – κάποιες πιο λογικές φωνές, όπως αυτές των Τζάρεντ Κούσνερ, Ντίνα Πάουελ και Στίβεν Μνούτσιν – έχουν φύγει και έχουν αντικατασταθεί από εξτρεμιστές της MAGA [Make America Great Again] νοοτροπίας και νεαρούς οπορτουνιστές που μόλις βγήκαν από το πανεπιστήμιο.
Οι σκληροπυρηνικές φωνές MAGA που έχουν κερδίσει την προσοχή του Τραμπ έχουν συχνά περισσότερα κοινά με την άκρα αριστερά παρά με το παραδοσιακό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Μάλιστα, ο Τραμπ και η ομάδα του υποστηρίζουν με ακόμα μεγαλύτερη ένταση μερικά από τα πιο αντιεπιχειρηματικά τους ένστικτα, συμπεριλαμβανομένης της πρότασης για δρακόντειους καθολικούς δασμούς 10% σε όλες τις εισαγωγές, τις ανορθόδοξες νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές – όπως η αφαίρεση της ανεξαρτησίας της Federal Reserve – την πιθανή εφαρμογή ελέγχων στην καμπύλη αποδόσεων προκειμένου να μειωθούν τα επιτόκια και την υποτίμηση του δολαρίου: όλα αυτά θα οδηγούσαν τον πληθωρισμό πολύ υψηλότερα. Αυτές οι θέσεις του Τραμπ έχουν περισσότερα κοινά με τον Καρλ Μαρξ, παρά με τον Άνταμ Σμιθ.
Με δύο ή τρεις εξέχουσες εξαιρέσεις, οι περισσότερες επιχειρηματικές φωνές που έχουν ήδη πάρει ξεκάθαρη θέση υπέρ του Τραμπ θα έμπαιναν, υπό φυσιολογικές συνθήκες, στα πιο μικρά “πρωταθλήματα” σε μια κατάταξη των υποστηρικτών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στην επιχειρηματική λίγκα. Το κόμμα πρέπει να λαχταρά τις ημέρες του προέδρου Αϊζενχάουερ, όταν υπήρχαν τόσοι πολλοί επιχειρηματίες που το στήριζαν και το 60% του υπουργικού συμβουλίου αποτελούσαν διευθυντικά στελέχη.
Έτσι δεν ήταν καθόλου περίεργο το γεγονός ότι ακριβώς όπως το 2005, όταν ο Τραμπ βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα ψυχρό κλίμα απέναντι σε εκατοντάδες κορυφαία στελέχη όταν μίλησε στο CEO Summit του Πανεπιστημίου Γέιλ, φάνηκε πάλι να αντιμετωπίζει μια ψυχρή υποδοχή όταν μίλησε στο Business Roundtable. νωρίτερα αυτόν τον μήνα, χωρίς κανένα αξιοσημείωτο χειροκρότημα σε κανένα σημείο των “χαοτικών” δηλώσεων του και με τον ίδιο τον Τραμπ να υιοθετεί μια υποτονική, αν όχι εχθρική, στάση. Οι CEOs δεν είναι θιασώτες του προστατευτισμού ή του απομονωτισμού, δεν είναι ξενοφοβικοί και πιστεύουν στις επενδύσεις όπου υπάρχει κράτος δικαίου και όχι ο νόμος των ηγέτη.
Το ότι σήμερα υπάρχουν περισσότεροι διευθύνοντες σύμβουλοι της Fortune 100 με έδρα τη μικρότερη πολιτεία της χώρας, το Ρόουντ Άιλαντ, απ’ ό,τι υποστηρικτές του Τραμπ – και στην πραγματικότητα είναι μόνο ένας διευθύνων σύμβουλος της λίστας Fortune 100 με την έδρα του εκεί – μας λέει πόσο πραγματικά απομονωμένος είναι ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος για την προεδρία από τις αίθουσες των μεγάλων επιχειρήσεων.
*Ο Dr. Sonnenfeld είναι πρόεδρος του Yale Chief Executive Leadership Institute
© 2024 Διατίθεται από το “The New York Times Licensing Group”
Αναδημοσίευση από το capital.gr