Ο εφιάλτης της λειψυδρίας πάνω από την Αττική Κίνδυνος να πούμε το «νερό, νεράκι»

O efialtis tis leipsydrias pano apo tin Attiki Kindynos na

 Την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης μείωσης της στάθμης και έκτασης του Μόρνου, του βασικού ταμιευτήρα ύδρευσης της Αττικής επιχείρησε να δώσει πριν από λίγες ημέρες η κυβέρνηση, ανακοινώνοντας το σχέδιό της για την καταπολέμηση της λειψυδρίας. Ένα σχέδιο που περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα έργα, στοχεύοντας στην υδατική θωράκιση της Αττικής για τα επόμενα 30 χρόνια.


Σύμφωνα με όσα ανέφεραν ειδικοί στο iEidiseis, τα μέτρα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, εντούτοις απαιτείται μεταξύ άλλων, η άμεση εκπόνηση και κατασκευή έργων υποδομής, που εδώ και δεκαετίες δεν ολοκληρώνονται στο σύνολο της χώρας. Άλλωστε, όπως σημείωσαν, το μεγαλύτερο πρόβλημα σε ότι αφορά τη λειψυδρία, αφορά το νερό που δαπανάται στη γεωργία. Ένα ζήτημα στο οποίο έως σήμερα, δεν έχει υπάρξει κάποια ουσιαστική παρέμβαση.



«Οι πολίτες δεν έχουν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης»


Ο Βασίλης Ζόραπας, προϊστάμενος του τμήματος Υδρογεωλογίας και Υδρολογίας της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), ανέφερε στο iEidiseis πως τα έργα που ανακοινώθηκαν, «φαίνεται να είναι στη σωστή κατεύθυνση, με την έννοια ότι υπάρχει κλιμάκωση. Δηλαδή, υπάρχουν έργα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».


Για παράδειγμα, «στα άμεσα έργα, συγκαταλέγεται η επαναλειτουργία γεωτρήσεων στην περιοχή του δυτικού Κηφισού και της βορειοανατολικής Πάρνηθας. Αυτό είχε γίνει και τη δεκαετία του 1990 και είχε σώσει την Αθήνα στην τότε εποχή της λειψυδρίας».


Αυτό που θα πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι «η ενημέρωση των πολιτών, που δεν έχουν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, ώστε να παρατείνουμε την επάρκεια των ποσοτήτων νερού στους ταμιευτήρες».

«60%-70% οι απώλειες σε ορισμένες περιοχές»

Σημαντικό ζήτημα είναι επίσης, «ότι η λογική της ορθής διαχείρισης, επιτάσσει την αποκατάσταση των βλαβών του δικτύου. Στην Αθήνα, η ΕΥΔΑΠ λέει ότι οι απώλειες είναι 25%-30%, αλλά μπορεί να είναι και παραπάνω. Σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, φτάνουν το 60%-70%».


Στο ερώτημα πόσο αντέχει η Αττική, δεδομένου ότι έργα όπως η μερική εκτροπή των ποταμών Κρικελιώτη και Καρπενησιώτη προς τον ποταμό Εύηνο, έχουν ορίζοντα ολοκλήρωσης το πρώτο εξάμηνο του 2029, ο κ. Ζόραπας ανέφερε πως «αν στο ενδιάμεσο στάδιο έχουν μπει οι αφαλατώσεις, θα βοηθήσουν το υδροδοτικό σύστημα».


Άλλωστε, «ευελπιστούν ότι αυτές οι κλιματικές συνθήκες, δεν θα παραταθούν για πολύ ακόμη. Αν συνεχιστούν τα επόμενα 4-5 χρόνια, ή κατάσταση θα είναι εφιαλτική. Τα στατιστικά δεδομένα δείχνουν ότι σημειώνονται κύκλοι, όπου μειώνονται ή αυξάνονται τα ύψη βροχής. Αυτό που μας ανησυχεί, είναι ότι όταν αυτά τα φαινόμενα θα επανέρχονται, θα είναι πιο έντονα, επομένως, πρέπει να είμαστε κάποια βήματα μπροστά».

«Δεν έχει άλλη λύση η Αθήνα»


Πάντως, σε ότι αφορά την Αττική, «υπάρχει πολύ μεγάλος πληθυσμός και η ημερήσια κατανάλωση νερού ξεπερνάει το 1 εκατομμύριο κ.μ. νερού. Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα. Οι γεωτρήσεις μπορούν να δώσουν το 30% της ημερήσιας κατανάλωσης. Η εκτροπή από τους παραπόταμους του Αχελώου είναι περιβαλλοντικά λανθασμένη, επειδή διαταράσσει την ισορροπία σε μια λεκάνη. Όμως, η Αθήνα δεν έχει άλλον τρόπο αυτή τη στιγμή να λύσει το πρόβλημα της ύδρευσης, έστω για ένα διάστημα 20-30 ετών».


Σύμφωνα με τον κ. Ζόραπα, η λειψυδρία φέρνει σήμερα στο προσκήνιο «ζητήματα κακοδιαχείρισης και κακού σχεδιασμού. Μέχρι τώρα, δεν έχει γίνει τίποτα ουσιαστικό».


Σε ότι αφορά την υπόλοιπη Ελλάδα, ο ίδιος ανέφερε πως «πέρα από τα νησιά, που είναι η κλασσική περίπτωση λειψυδρίας, επειδή τα υπόγεια υδατικά συστήματα και οι βροχοπτώσεις είναι πολύ περιορισμένες, πρόβλημα υπάρχει στην ανατολική Πελοπόννησο, την ανατολική Στερεά, την Κρήτη και τη Χαλκιδική. Η Δυτική Ελλάδα έχει πιο πλούσιο υδατικό δυναμικό, επειδή η Πίνδος συγκρατεί τις βροχοπτώσεις στα δυτικά της. Στο ανατολικό τμήμα άλλωστε υπάρχει και μεγαλύτερη συγκέντρωση πληθυσμού και ανάπτυξη».


«Το 85%-86% του νερού σπαταλιέται στην άρδευση»

Σύμφωνα με όσα ανέφερε στο iEidiseis ο Γρηγόρης Κωνσταντέλος, δήμαρχος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης και Α’ αντιπρόεδρος της ΚΕΔΕ, το βασικό ζήτημα είναι ότι «το 85%-86% του νερού που χρησιμοποιούμε, σπαταλιέται στην άρδευση. Τώρα πάμε να λύσουμε το ζήτημα της ύδρευσης, εντούτοις, για την άρδευση έχουμε κάνει πολύ λίγα πράγματα».

Όπως σχολίασε, όπου υπάρχουν κάμποι, «τα συστήματα είναι πολύ παλαιά κι έχουμε μεγάλες απώλειες. Δεν υπάρχει στάγδην άρδευση, που γίνεται πάνω και κοντά στην κάθε καλλιέργεια, αλλά με τα υδροβόλα ρίχνουν παντού νερό. Στην Ολλανδία όμως, η τριπλάσια αγροτική παραγωγή, γίνεται με το 20% του νερού που εμείς δαπανούμε».

Ακόμη και στον Θεσσαλικό κάμπο, «οι γεωτρήσεις πριν 10 χρόνια ήταν στα 80-120 μέτρα και τώρα έχουν φτάσει στα 250-300 μέτρα. Έχει κατέβει ο υδροφόρος ορίζοντας».

Δίκτυο δευτερογενούς νερού

Παράλληλα, στην Ελλάδα, «δεν υπάρχει δίκτυο δευτερογενούς νερού. Αυτό το νερό δεν προορίζεται για χρήση από τον άνθρωπο. Είναι νερό από βιολογικούς καθαρισμούς, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άρδευση, βιολογικές καλλιέργειες, ακόμη και καθαρισμούς ή πυρόσβεση. Η Ψυττάλεια παράγει ως δευτερογενές νερό, περίπου το μισό της κατανάλωσης ύδατος στο Λεκανοπέδιο, όμως δεν υπάρχει δίκτυο να το αξιοποιήσει».

Πλέον, η ΕΥΔΑΠ «μπαίνει σε μια πιλοτική λογική, όπου ψάχνει δεξαμενές, οι οποίες θα μετατρέπουν αυτό το ακάθαρτο νερό σε δευτερογενές ύδωρ. Στη Βάρη-Βούλα-Βουλιαγμένη, σχεδιάζουμε να γίνουν δύο τέτοιες δεξαμενές κοντά στα αντλιοστάσια που συμπιέζουν τα λύματα και τα όμβρια».

Απώλειες

Σημαντικό ζήτημα είναι και το δίκτυο «που υπάρχει από την ΟΥΛΕΝ και είναι πολύ παλιό. Οι κεντρικοί αγωγοί φτάνουν το 1 εκατομμύριο μέτρα. Εκεί είναι οι μεγαλύτερες διαρροές. Όταν σπάσουν αυτοί οι αγωγοί, οι απώλειες είναι δεκάδες κυβικά το δευτερόλεπτο. Υπάρχει πρότζεκτ, όπου σε 5 χρόνια θα αντικατασταθούν οι μεγάλοι και μεσαίοι αγωγοί, όχι όμως και τα τοπικά δίκτυα ύδρευσης, πολλά εκ των οποίων συνεχίζουν να έχουν σωλήνες αμίαντου».

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η ΕΥΔΑΠ, «δεν έχει πλέον δικά της τεχνικά συνεργεία, αλλά ιδιωτικά. Τις απογευματινές και νυχτερινές ώρες, υπάρχουν μόλις δύο συνεργεία για μια πόλη 5 εκατομμυρίων κατοίκων».

«Στη σωστή κατεύθυνση»

ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΡΑΤΟΥΛΑΚΟΣ/APOHXOS.GR/EUROKINISSI

Από την πλευρά του, ο Κώστας Μακέδος, πρόεδρος του Ταμείου Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΜΕΔΕ), ανέφερε στο iEidiseis πως τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν, «είναι στη σωστή κατεύθυνση και θεωρώ ότι δίνουν λύση για να υπάρχει νερό στην Αττική. Έχει ορίζοντα 30 χρόνια, επομένως έχει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Το ζητούμενο βέβαια δεν είναι μόνο η Αττική, αλλά και η νησιωτική περιοχή και ο πρωτογενής τομέας».


Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτή η δράση «βασίζεται στην ολιστική διαχείριση των υδάτων. Δηλαδή, αφορά όλο τον κύκλο του νερού, όπως έργα υποδομής, συντήρηση των υφιστάμενων δικτύων, σχεδίαση νέων δικτύων, ένταξη νέων μετρητών ώστε να βλέπουμε τις διαρροές, αναβάθμιση των βιολογικών καθαρισμών, χρηματοδοτικά εργαλεία και κίνητρα για εκπαίδευση».


Παράλληλα όμως, «πρέπει να δώσουμε λύση στο νερό που καταναλώνεται ασκόπως. Δεν είναι ότι περιμένουμε να γίνουν τα έργα και συνεχίζουμε να ζούμε όπως ζούσαμε».

«Αντλούμε περισσότερα από όσα μπορεί να δώσει η φύση»

Σύμφωνα με όσα σχολίασε στο iEidiseis ο Κώστας Γκούμας, γεωπόνος, πρώην πρόεδρος του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Κεντρικής Ελλάδος και νυν σύμβουλος Υδάτων της Περιφέρειας Θεσσαλίας, «το πρόβλημα της υδατικής ασφάλειας, είναι από τα μεγαλύτερα που αντιμετωπίζει η Θεσσαλία, μαζί με αυτό των πλημμυρών, που έγινε πιο έντονο μετά τον Daniel».


Πρόκειται για ένα «διαχρονικό» ζήτημα, που σύμφωνα με τον ίδιο, οφείλεται «στην αναντιστοιχία στην πρόσφορα και τη ζήτηση του νερού, κυρίως στις αρδεύσεις, όπου πηγαίνει το 90% του νερού στη Θεσσαλία. Τα 2.5 εκατομμύρια στρέμματα στη Θεσσαλία, εξυπηρετούνται κατά 70% από υπόγεια νερά και μόλις κατά 30% από επιφανειακά νερά».

Ως αποτέλεσμα, «δημιουργήθηκε ένα διαχρονικό περιβαλλοντικό πρόβλημα, το οποίο συνίσταται στο να έχουμε έλλειμα 3-3.5 δισεκατομμύρια κ.μ. νερού που έχουμε πάρει από τους υπόγειους υδροφορείς. Αυτό το νερό πρέπει να το επιστρέψουμε. Αντλούμε περισσότερα από όσα μπορεί να δώσει η φύση».


Παράλληλα, «χρειαζόμαστε ετησίως, περίπου 1,3 δισεκατομμυρία κ.μ. νερού για να ποτίσουμε στη Θεσσαλία, όμως κάθε χρόνο υπάρχει ένα έλλειμα της τάξεως των 470 εκατομμυρίων κ.μ. Αυτός είναι ο λόγος, που πολλές χρονιές, όπως έγινε πρόπερσι, κάποιες καλλιέργειες καταστρέφονται».

«Η Θεσσαλία δεν αντέχει»

Αυτό που θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τον ίδιο, είναι «να βγουν σταδιακά οι γεωτρήσεις από τη χρήση. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να κάνουμε όλα τα μεγάλα έργα αποθήκευσης νερού, όπως τη μεταφορά νερού από τον Αχελώο, ή άλλα μικρότερα, όπως φράγματα στο Πήλι και το Μουζάκι που θα αποθηκεύουν νερό και θα έχουν και αντιπλημμυρική συνιστώσα.


Στο πλαίσιο της Οδηγίας 2000/60 της ΕΕ, γνωστής κι ως Οδηγία-Πλαίσιο για τα ύδατα, εκπονήθηκαν σύμφωνα με τον κ. Γκούμα, «το Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής (ΣΔΛΑΠ) και το Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ). Το ΣΔΛΑΠ, έχει διάφορους πυλώνες εξοικονόμησης νερού, όπως σύγχρονα δίκτυα μεταφοράς, υπόγειους αγωγούς, σύγχρονα συστήματα άρδευσης και σύγχρονα προγράμματα αξιοποίησης νερού. Όλα αυτά τα εργαλεία δεν τα έχουμε εφαρμόσει ακόμα. Δεν έχουμε καν επιμορφώσει τους αγρότες, ώστε να χρησιμοποιούν τη νέα τεχνολογία και να εξοικονομούμε μια ποσότητα νερού».


Όμως, «το ΣΔΛΑΠ, δεν είναι ένα εφαρμοστικό πλάνο, αλλά θεωρητικό εργαλείο. Τα διάφορα υπουργεία, πρέπει να κάνουν και στη Θεσσαλία ότι παρουσιάστηκε να γίνει στην Αττική. Σε διαφορετική περίπτωση, να πουν στους Θεσσαλούς ότι θα βγουν από την άρδευση 500.000 -1.000.000 στρέμματα. Δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός, κανένα χρονοδιάγραμμα. Δυστυχώς, το μέλλον προμηνύεται δύσκολο. Η Θεσσαλία δεν αντέχει».

«Τα έργα είναι στάσιμα»

Μόρνος Λειψυδρία Νερό
Eurokinissi

Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι «το φράγμα Σμοκόβου έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί εδώ και περίπου 20 χρόνια, όμως ακόμη δεν έχει ολοκληρωμένα αρδευτικά δίκτυα. Το φράγμα του Ληθαίου, ολοκληρώθηκε φέτος, έπειτα από σχεδόν 22 χρόνια. Τα έργα στον Αχελώο, είναι ολοκληρωμένα σε ποσοστό 60%-80%, όμως είναι στάσιμα, παρότι έχουν επενδυθεί πολλές δεκάδες εκατομμύρια».


Σε ότι αφορά την ύδρευση των μεγάλων πόλεων της Θεσσαλίας, όπως η Λάρισα, ο κ. Γκούμας ανέφερε πως «η Λάρισα έχει καλό σύστημα γεωτρήσεων και εξυπηρετείται όλα αυτά τα χρόνια. Πρόσφατα έγινε και Master plan που προβλέπει τι πρέπει να γίνει τα επόμενα 20-30 χρόνια, επομένως υπάρχει εξασφαλισμένο νερό ύδρευσης. Παρόλα αυτά, τα νερά των γεωτρήσεων, όσο συνεχίζεται η σημερινή κατάσταση, θα είναι ολοένα και πιο επιβαρυμένα από λιπάσματα και φυτοφάρμακα. Επομένως, θα πρέπει να εξετάσουν πως θα εξυπηρετηθούν και από νερά αποταμίευσης».

«Δεν υπήρχαν υποδομές να συγκρατήσουν το νερό»


Ενδεικτικό του προβλήματος σύμφωνα με όσα ανέφερε στο iEidiseis, ο Κωνσταντίνος Βουδούρης, καθηγητής Υδρογεωλογίας στο ΑΠΘ και πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Υδρογεωλογίας είναι ότι «τον περσινό Νοέμβριο, μέσα σε ένα σαββατοκύριακο, έπεσαν στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής, -η οποία αντιμετωπίζει πολύ σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας-, 300 χιλιοστά βροχής. Όμως, δεν υπήρχαν υποδομές να συγκρατήσουν το νερό. Εκτός από μια μικρή ποσότητα, το υπόλοιπο χάθηκε».


Αντίστοιχα, η «Κέρκυρα είναι από τις πιο πλούσιες περιοχές της χώρας σε βροχόπτωση, όμως πέρυσι ένας δήμος της κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, επειδή υπήρχε πρόβλημα λόγω και του υπερτουρισμού».

«Έργα ημιτελή εδώ και 30 χρόνια»

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο, «που θα εμφανίζεται με μεγαλύτερη ένταση και συχνότητα, απαιτούνται έργα υποδομής και συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα. Υπάρχουν έργα ημιτελή που εδώ και 30 χρόνια δεν ολοκληρώνονται, όπως το φράγμα του Χαβρία στη Χαλκιδική, που δεν έχει καν ξεκινήσει. Δεν έχει γίνει κάποιο έργο υποδομής στη Χαλκιδική, παρότι είναι από τα καλύτερά μας τουριστικά προϊόντα».


Αναφορικά με την κατάσταση στη βόρεια Ελλάδα, ο ίδιος ανέφερε πως «είναι πιο πλούσια υδρολογικά. Στη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει πρόβλημα στην ύδρευση. Υπάρχουν όμως πιέσεις στον δήμο Θεσσαλονίκης, να επεκτείνει το δίκτυο σε άλλες περιοχές όπως η Πυλαία, που δεν μπορεί να πάρει νερό αλλιώς».


ΠΗΓΗ  eidiseis.gr

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη