Εξαιρετικά ρευστό είναι το πολιτικό σκηνικό δύο βδομάδες πριν από τις εθνικές εκλογές καθώς όχι μόνο σε πρώτες εκλογές αλλά ούτε και σε τυχόν δεύτερες εκλογές δεν διακρίνεται αυτοδυναμία ενός κόμματος.
Και για να πάμε σε δεύτερες εκλογές θα πρέπει η διαφορά του πρώτου και του δεύτερου κόμματος να είναι ιδιαίτερα μεγάλη.
Τουλάχιστον τέσσερις μονάδες μπροστά και να έχει επιτύχει η Νέα Δημοκρατία 32% στις πρώτες εκλογές.
Κάτι που δεν φαίνεται εύκολο στην παρούσα χρονική συγκυρία.
Τα τέσσερα βασικά σενάρια
1• Κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ: Αυτό μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που η ΝΔ βγει πρώτο κόμμα με ικανοποιητική διαφορά και θα μπορεί μαζί με το ΠΑΣΟΚ να έχει μία ικανοποιητική κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Η πρωτιά παίζει σημαντικό ρόλο γιατί το πρώτο κόμμα παίρνει ως δώρο τις έδρες των κομμάτων που δεν περνούν το όριο του 3% για να εισέλθουν στην Βουλή.
Συνεπώς το ποσοστό της πρωτιάς σε συνδυασμό με το ποσοστό των κομμάτων που δεν θα γίνουν κοινοβουλευτικά, παίζει σημαντικό ρόλο.
2• Κυβέρνηση ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ: Είναι το σενάριο το οποίο επιθυμούν περισσότερο απ’ όλα να πραγματοποιηθεί ΗΠΑ και ΕΕ διότι θέλουν να παρθούν αποφάσεις στις οποίες να εμπλέκονται όλες οι σημαντικότερες πολιτικές δυνάμεις.
Οι ΗΠΑ θέλουν άμεσα να υπάρξει «λύση» στο Αιγαίο μία συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας τύπου «Πρεσπών», δηλαδή η Ελλάδα να παραχωρήσει και η Τουρκία να κερδίσει σε κάποιες από τις απαιτήσεις της.
Στις ΗΠΑ θεωρούν πως για κάτι τέτοιο χρειάζονται αρκετοί «ένοχοι».
Για να πραγματοποιηθεί όμως ένα τέτοιο σενάριο η διαφορά μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι οριακή. Είτε αν είναι πρώτο κόμμα η ΝΔ είτε αν είναι πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ.
3• Κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜεΡα25 με την προϋπόθεση όμως ότι θα είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να μπορούν τα τρία κόμματα της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς να διαθέτουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Και στα τρία προαναφερθέντα σενάρια σημαντικό ρόλο θα παίξει το ποσοστό του εκλογικού σώματος που θα μείνει εκτός Βουλής.
Το «κόμμα Κασιδιάρη» το οποίο αποκλείστηκε από την εκλογική διαδικασία από τον Άρειο Πάγο, εκτιμώνταν ότι θα έπαιρνε ένα ποσοστό της τάξης του 6-7%.
Μαζί με αυτό το κόμμα αποκλείστηκαν άλλοι 12 πολιτικοί σχηματισμοί που αναμένονταν όλα μαζί να τα επιλέξουν ένα 5% του εκλογικού σώματος.
Οι ψηφοφόροι αυτοί συνολικά ή θα ψηφίσουν από ότι υπάρχει εκλογκικά διαθέσιμο ή θα απέχουν από τις εκλογές αφού δεν μπορούν να εκφραστούν.
Από αυτό το 11-12% λοιπόν, το 1/4 αναμένεται να ψηφίσει και μάλιστα τιμωρητικά απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, δηλαδή να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ.
Το συνολικό ποσοστό που θα μείνει έξω από την Βουλή θα είναι καθοριστικό για το ποιο από τα τρία σενάρια θα επικρατήσει όπως και αν τελικά επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις ότι η Βουλή θα είναι εξακομματική (που μάλλον αυτό θα γίνει).
Το τέταρτο σενάριο
4• Δεύτερες εκλογές: Δεν μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση είτε γιατί δεν βγαίνουν οι αριθμοί, είτε γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλες πολιτικές συμφωνίες και πραγματοποιείται δεύτερη συνεχόμενη προσφυγή στις κάλπες.
Εδώ όμως αξίζει να σημειώσουμε ότι ακόμα και μετά τις δεύτερες εκλογές πάλι θα επανεπιβεβαιωθούν τα τρία πρώτα σενάρια καθώς η προοπτική της αυτοδυναμίας δείχνει αδύνατη και μετά από την διεξαγωγή τους με ενισχυμένη αναλογική.
Η ΝΔ για να διεκδικήσει την αυτοδυναμία στην περίπτωση που θα υπάρχει ένα 12% εκτός Βουλής θα πρέπει να λάβει ένα ποσοστό κοντά στο 35%, κάτι πρακτικά αδύνατο.
Ακόμα κι αν μπορούσε να έχει αυτοδυναμία αυτή θα ήταν στους 151 βουλευτές ενώ επιδιώκει μία πλειοψηφία της τάξης των 153 βουλευτών για να υπάρχει κυβερνητική επιβιωσιμότητα.
Με λίγα λόγια πάλι προς κυβέρνηση συνεργασίας δείχνουν οι εξελίξεις των πολιτικών πραγμάτων.
Ενδιαφέρον στις πολιτικές εξελίξεις παρουσιάζει και η πορεία της «Ελληνικής Λύσης». Πριν από τις πρόσφατες εξελίξεις το κόμμα εκτιμώνταν ότι διέθετε μία εκλογική επιρροή της τάξης του 5,5% αλλά πλέον έχει δημιουργηθεί πρόβλημα.
Αυτό θα εξαρτηθεί από το πως θα χειριστεί η ηγεσία του τα όσα έχουν συμβεί.
Σημειώνεται ότι η Χρυσή Αυγή στις ευρωεκλογές του 2019 είχε ένα ποσοστό της τάξης του 4,6% και αμέσως μετά από δύο μήνες απέτυχε να πιάσει το όριο του 3% στις εθνικές εκλογές.