Στο βιβλίο αφιέρωμα στον Ανδρέα Παπανδρέου της Εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ με τίτλο «100 χρόνια από τη γέννησή του - αναζητώντας τον Ανδρέα», ο Καθηγητής Δημήτρης Κρεμαστινός, Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, για πρώτη φορά μίλησε για το πρόβλημα της υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, με στόχο να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια καθώς, όπως διαπιστώνει, μέχρι σήμερα έχουν δημοσιευθεί πολλά, εν πολλοίς ανεύθυνα για το θέμα αυτό.
«Η υγεία του Ανδρέα Παπανδρέου και οι επιπτώσεις της»
Σεβόμενος το ιατρικό απόρρητο απέφυγα να μιλήσω όλα αυτά τα χρόνια για το ιατρικό πρόβλημα του Ανδρέα Παπανδρέου, που αναμφισβήτητα επηρέασε την πολιτική ζωή της Χώρας. Όμως επειδή έχουν γραφεί πάμπολλα και, εν πολλοίς, ανεύθυνα κατά τη διάρκεια των τελευταίων 22 χρόνων, πιστεύω ότι έχω καθήκον να συμβάλω στην ορθή καταγραφή της Ιστορίας.
Τέλη Αυγούστου του 1988 κλήθηκα από την ομάδα των ιατρών που παρακολουθούσε τον Ανδρέα Παπανδρέου να τον εξετάσω καρδιολογικά. Το ιατρικό του πρόβλημα εθεωρείτο από τους θεράποντες γιατρούς του κατά βάση παθολογικό πρόβλημα και για τον λόγο αυτό υποβάλλετο μυστικά σε διάφορες εργαστηριακές εξετάσεις. Όταν μου εζητήθη να τον επισκεφθώ στο σπίτι του, αντιπρότεινα ότι θα πρέπει ο ίδιος να έλθει στο Καρδιολογικό Τμήμα του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Αθηνών, στο οποίο ήμουν Διευθυντής και τούτο γιατί πίστευα ότι χρειαζόταν η απαραίτητη εργαστηριακή υποδομή προκειμένου να τεθεί η σωστή διάγνωση.
Παρά τις αντίθετες συστάσεις του περιβάλλοντός του, ο Πρωθυπουργός αποφάσισε να έρθει και να εξεταστεί νύχτα στο νοσοκομείο. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης είχα εξομολογηθεί στους συνεργάτες μου ότι δεν είχα δει πλέον παραμελημένο καρδιολογικό άρρωστο σε όλη μου τη σταδιοδρομία.
Πριν από μερικούς μήνες ο Πρωθυπουργός είχε επισκεφθεί και εξεταστεί στο Πανεπιστημιακό Κέντρο του Βισμπάντεν στην Γερμανία, όπου ετέθη η διάγνωση της περιοριστικής μυοκαρδιοπάθειας, δηλαδή μια διάγνωση που δεν άφηνε περιθώρια για καμία ουσιαστική θεραπεία, με προσδόκιμο επιβίωσης λίγων μηνών. Η διάγνωση αυτή κρατήθηκε ιατρικά απόρρητη γεγονός το οποίο άφησε ανοιχτά διάφορα σενάρια συνωμοσιολογίας. Δεν την εγνώριζε ούτε ο ίδιος. Όμως η πραγματική διάγνωση ήταν σοβαρού βαθμού στένωση της αορτής με ελάττωση της ελαστικότητας (διατασιμότητας) του μυοκαρδίου και καρδιακή κάμψη.
Η παραμελημένη αντιμετώπιση της στένωσης της αορτής είχε οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια σχεδόν τελικού σταδίου, η οποία συγκάλυπτε την εικόνα της βαρύτητας της στένωσης της αορτής. Το γεγονός αυτό είχε οδηγήσει σε διαγνωστικό λάθος τους συναδέλφους στην Γερμανία, οι οποίοι υποεκτίμησαν την στένωση της αορτής. Η περαιτέρω διερεύνηση του ασθενούς με στεφανιογραφία, έδειξε την συνύπαρξη σιωπηρής στεφανιαίας νόσου, με πιθανό σιωπηρό έμφραγμα της δεξιάς κοιλίας, το οποίο ουδέποτε είχε αντιληφθεί ούτε ο ίδιος ο ασθενής. Η κάμψη της δεξιάς κοιλίας ήταν η πρόσθετη παράμετρος που είχε παραπλανήσει τους γιατρούς της Γερμανίας, οι οποίοι έθεσαν τη διάγνωση της μυοκαρδιοπάθειας.
Επακολούθησε άμεση μετάβαση στην Αγγλία, στην αρχή στο νοσοκομείο St. Thomas και εν συνεχεία στο Harefield όπου χειρουργήθηκε από τον Magdi Yacoub με αντικατάσταση της βαλβίδας της αορτής με ανθρώπινη βαλβίδα και παράλληλα bypass.
Η προοδευτική αποκατάσταση της υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, υπήρξε μετεγχειρητικά εντυπωσιακή. Όμως το πρόβλημα της διάτασης και κάμψης της δεξιάς κοιλίας παρέμεινε μέχρι το τέλος.
Όταν επανειλημμένα τόνιζα στον Πρωθυπουργό ότι η απομάκρυνση από την πολιτική θα του προσέφερε επιπλέον χρόνια ζωής, το απέρριπτε αμέσως, λέγοντας ότι προτιμούσε να είναι ενεργός έναντι οποιουδήποτε τιμήματος. Την ίδια απάντηση έδωσε και όταν του επαναλάμβανα ότι ο δρόμος για την Προεδρία της Δημοκρατίας θα ήταν προτιμότερος για την υγεία και την ζωή του.
Τα αλλεπάλληλα stress και η καθημερινότητα της πολιτικής ζωής με αποκορύφωμα το Ειδικό Δικαστήριο, ήταν οι κυριότεροι λόγοι που οδήγησαν τον Ανδρέα Παπανδρέου 3 φορές στην Εντατική Μονάδα, με κυριότερη αιτία τις λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος και όχι την καρδιακή λειτουργία η οποία υποστηριζόταν με βηματοδότη. Βηματοδότη ο οποίος είχε τοποθετηθεί μυστικά κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Αγγλία.
Ήταν τέλη Νοεμβρίου του 1995. Ο Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου εισήχθη αιφνιδίως στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο. Η σοβαρότητα της κατάστασής του επέβαλλε να διασωληνωθεί άμεσα. Δηλαδή δεν είχε καμία επαφή με το περιβάλλον καθώς ευρίσκετο υπό νάρκωση.
Ως γνωστόν, όταν ο Πρωθυπουργός αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του τον αναπληροί ο πρώτος τη τάξει υπουργός. Όμως, ο πρώτος τη τάξει υπουργός αδυνατούσε στην πράξη να αποφασίσει για μεγάλα εθνικά θέματα που προέκυψαν αιφνίδια και έθεσαν τη χώρα ακόμα και σε κίνδυνο πολέμου.
Ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος επισκεπτόμενος επανειλημμένως τον Πρωθυπουργό στο νοσοκομείο προκειμένου να επικοινωνήσει μαζί του για σοβαρά θέματα, διαπίστωνε ότι αυτό ήταν αδύνατον. Εζήτησε λοιπόν επιμόνως να γνωματεύσουν οι ιατροί ότι ο Πρωθυπουργός εξέλιπε προκειμένου να μπορέσει να εφαρμόσει το Σύνταγμα όταν ο Πρωθυπουργός εκλείπει. Δηλαδή, να μπορέσει να ακολουθήσει τη διαδικασία που προβλέπεται για εκλιπόντα πρωθυπουργό. Οι γιατροί δήλωσαν εν σώματι ότι ήταν αδύνατον να δώσουν τέτοια γνωμάτευση αλλά και ότι ούτε καν μπορούν να γνωματεύσουν για προσωρινή αδυναμία διότι ισχυρίζονταν ότι δεν μπορούσαν να αναλάβουν τέτοια ευθύνη. Ότι, δηλαδή, σε περίπτωση που ο Πρωθυπουργός επανέλθει πλήρως θα είχε παυθεί από πρωθυπουργός, ουσιαστικά, με την γνωμάτευσή τους. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητούσε επίμονα την γνωμάτευση υποστηρίζοντας ότι ο, αναπληρωτής, πρώτος τη τάξει υπουργός δεν είναι συνταγματικός πρωθυπουργός και ότι ο ίδιος ο υπουργός δεν είναι διατεθειμένος να αναλάβει τόσο μεγάλες ευθύνες, κατά συνέπεια αδυνατούσε να προχωρήσει την διαδικασία.
Τα εθνικά θέματα χειροτέρευαν από μέρα σε μέρα. Ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ζητούσε επιμόνως από τους γιατρούς και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να προχωρήσουν σε κάποια διαδικασία προκειμένου να αντικατασταθεί ο Πρωθυπουργός. Ο Μιλτιάδης Έβερτ μου απεύθυνε προσωπικά επιστολή – έκκληση να αναλάβω εγώ την πρωτοβουλία ή οποία θα πρέπει να ευρίσκεται στο αρχείο της Νέας Δημοκρατίας.
Τελικώς, μετά από έναν περίπου μήνα, πριν από την Πρωτοχρονιά του 1996, ο Πρωθυπουργός αποσωληνώθηκε και βγήκε από τη μονάδα. Είχε χάσει τελείως τον χρόνο και την επαφή με τα γεγονότα που είχαν συμβεί όλο αυτό το διάστημα. Επιπλέον, δεν είχε ούτε τη διαύγεια αλλά ούτε τη φυσική ικανότητα να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στον ρόλο του. Ευρίσκετο υπό τεχνητό νεφρό, τεχνητή αναπνοή, εξωτερική παρεντερική σίτιση πέραν του κύριου μεγάλου καρδιολογικού προβλήματος του.
Όμως, θα έπρεπε να αποφασίσει τουλάχιστον να παραιτηθεί. Αλλά ούτε αυτό ήταν δυνατόν και κανένας δεν τολμούσε να του το υποδείξει.
Τελικά υπήρξε η γραπτή παραίτηση από την θέση του Πρωθυπουργού και όχι από την θέση του Προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και αργότερα το τηλεγράφημα της ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Σημίτη.
Η νοσηλεία στο Ωνάσειο υπήρξε ιδιαίτερο κεφάλαιο όπου εκρίθη η αξιοπιστία και η σοβαρότητα του πολιτικού κα ιατρικού κόσμου της Χώρας καθώς σχεδόν όλοι με τις καθημερινές επαφές τους με δημοσιογράφους, δημιούργησαν πέραν του μεγάλου πολιτικού προβλήματος, πρόβλημα επιτέλεσης ορθής ιατρικής που αναμφισβήτητα επηρέασε την κατάσταση της υγείας του ασθενούς και καθόρισε αρνητικά την όλη εξέλιξη του.
Βέβαια όλα αυτά που συνέβησαν στο Ωνάσειο θα μπορούσαν να αποτελέσουν την βάση ενός μυθιστορήματος το οποίο όμως εκφεύγει από το κεφάλαιο της αμιγούς ιατρικής.
Μετά το Ωνάσειο επακολούθησε ένα στάδιο ιατρικού Γολγοθά για τον ασθενή όπου οι πνεύμονες υποστηρίζονταν με αναπνευστήρα, η νεφρική λειτουργία από τεχνητό νεφρό, η καρδιακή λειτουργία από βηματοδότη και για μια περίοδο ετρέφετο και παρεντερικά. Έζησε μετά την έξοδο από το Ωνάσειο περίπου 6 μήνες, αφού προηγουμένως είχε παραιτηθεί από την πρωθυπουργία. Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του και ενόψει του Συνεδρίου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. υφίστατο ένα διαρκές stress με το δίλημμα εάν θα πρέπει ή όχι να παραστεί στο συνέδριο. Το γεγονός αυτό πιθανόν να συνδέεται με την καρδιακή ανακοπή που υπέστη 4 ημέρες προ του συνεδρίου. Στη σταδιοδρομία μου, ουδέποτε αντιμετώπισα έναν άλλο άρρωστο με ανάλογα προβλήματα.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου πίστευε ότι η παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο είχε στόχο όχι μόνο τον πολιτικό αλλά και τον βιολογικό του θάνατο. Γι’ αυτούς άλλωστε τους λόγους υπήρξε η άρνηση του να παραιτηθεί της πολιτικής, παρά την πίεση που υφίστατο ακόμα και από την ίδια του την οικογένεια. Ήταν αφάνταστη η θέληση του για ζωή και η δυναμική του παρά τα τεράστια προβλήματα της υγείας του που αντιμετώπιζε. Μέχρι τις τελευταίες του στιγμές δεν έδωσε ποτέ εξωτερικά την εντύπωση του φοβισμένου αρρώστου που τρέμει μπροστά στην πιθανότητα του θανάτου.